- Ἀμμώνιος
- Ἀμμώνιοςmasc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Αμμώνιος — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Ακαδημαϊκός φιλόσοφος (1ος αι. μ.Χ.). Δίδαξε στην Αθήνα ως σχολάρχης της Ακαδημίας και είχε μαθητή τον Πλούταρχο, από τους Διαλόγους του οποίου είναι γνωστός. O Α. είναι o παλαιότερος εκπρόσωπος της… … Dictionary of Greek
αμμώνιος — α, ο αυτός που έχει σχέση με τον Άμμωνα, θεό της αρχαίας Αιγύπτου: Ονομαστό ήταν στην αρχαιότητα το αμμώνιο μαντείο … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Ἀμμωνίων — Ἀμμώνιος fem gen pl Ἀμμώνιος masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀμμώνιον — Ἀμμώνιος masc acc sg Ἀμμώνιος neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀμμωνίοις — Ἀμμώνιος masc/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀμμωνίου — Ἀμμώνιος masc/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀμμωνίους — Ἀμμώνιος masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀμμωνίῳ — Ἀμμώνιος masc/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀμμώνιε — Ἀμμώνιος masc voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀμμώνιοι — Ἀμμώνιος masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)